metatarsal$552115$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

metatarsal$552115$ - translation to ελληνικό

Second metatarsal; Os metatarsale II; Metatarsale II; Second metatarsal bones
  • Muscle attachments (seen from above)
  • Muscle attachments (seen from below)

metatarsal      
μετατάρσιος

Ορισμός

Metatarsal
·noun A metatarsal bone.
II. Metatarsal ·adj Of or pertaining to the metatarsus.

Βικιπαίδεια

Second metatarsal bone

The second metatarsal bone is a long bone in the foot. It is the longest of the metatarsal bones, being prolonged backward and held firmly into the recess formed by the three cuneiform bones. The second metatarsal forms joints with the second proximal phalanx (a bone in the second toe) through the metatarsophalangeal joint, the cuneiform bones, third metatarsal and occasionally the first metatarsal bone.